divider

Νομικά νέα

separator

Οι νομικές προεκτάσεις του «αντιεμβολιαστικού κινήματος»

/ 0 Comments

Στην Ελλάδα, ο εμβολιασμός των παιδιών, εκ πρώτης όψεως, δεν αποτελεί ρητή νομική υποχρέωση των γονέων. Το Υπουργείο Υγείας συστήνει τον εμβολιασμό των παιδιών με τα εμβόλια που προβλέπονται στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών.

Σύμφωνα ωστόσο με γνωμοδότηση της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών (ορ. σχετ. το Υ1/Γ.Π.161682/22-12-2008 έγγραφο της Δ/νσης Δημόσιας Υγιεινής του Υπ. Υγείας & Κοιν. Αλληλεγγύης) «είναι υποχρεωτικά όλα εκείνα τα εμβόλια που είναι ενταγμένα στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών και για αυτό δίνονται δωρεάν στα πλαίσια προστασίας της Δημόσιας Υγείας. Μόνο σε περιπτώσεις ιατρικής αντένδειξης, θα μπορούν οι γονείς να αρνηθούν τον εμβολιασμό των παιδιών τους».

Τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του εμβολιασμού των παιδιών θεσπίζει ευθέως και το άρθρο 33 του Ν. 2676/1999, σύμφωνα με το οποίο «…καθιερώνεται η υποχρεωτική προληπτική ιατρική, με σκοπό την έγκαιρη διάγνωση και τη λήψη μέτρων για την πρόληψη της εκδήλωσης ή την αποτροπή της εμφάνισης νοσηρών καταστάσεων. Η προληπτική ιατρική περιλαμβάνει:α. Εμβολιασμούς παιδιών και ενηλίκων, σύμφωνα με το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού για την Ελλάδα του Υπουργείου Υγείας και ΠρόνοιαςRead More


separator

Τραυματισμός ζώου συντροφιάς σε τροχαίο ατύχημα

/ 0 Comments

Το άρθρο 16 του Ν. 4039/2012, το οποίο αφορά την κακοποίηση των ζώων συντροφιάς, αναφέρει ρητά στις δύο πρώτες παραγράφους του ποιες θεωρούνται πράξεις κακοποίησης των ζώων και, συνεπώς, απαγορεύονται.
Στην τρίτη παράγραφο του άρθρου αυτού γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην περίπτωση τραυματισμού ζώου συντροφιάς συνεπεία τροχαίου ατυχήματος και συγκεκριμένα: «16.γ Σε περίπτωση τραυματισμού ζώου συντροφιάς σε τροχαίο ατύχημα, ο υπαίτιος της πράξης αυτής, υποχρεούται να ειδοποιήσει άμεσα τον οικείο Δήμο, προκειμένου να παρασχεθεί στο τραυματισμένο ζώο η απαραίτητη κτηνιατρική φροντίδα.»
Στο άρθρο 20 ορίζονται οι ποινικές κυρώσεις που επάγεται η παράβαση των διατάξεων του νόμου αυτού, και συγκεκριμένα η παράγραφος 2, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 46 παρ.11Ν.4235/2014, ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.ορίζει τα εξής: «2. Οι παραβάτες…των παραγράφων α` και β` του άρθρου 16 τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) έως δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.»
Εύγλωττα προκύπτει ότι παρότι ο νομοθέτης έκανε ιδιαίτερη πρόβλεψη για τον τραυματισμό ζώου συντροφιάς σε τροχαίο ατύχημα και θέσπισε υποχρέωση ειδοποίησης του οικείου Δήμου, εντούτοις σκόπιμα δεν όρισε καμία ποινική κύρωση για την περίπτωση αυτή. Ελλείψει ειδικότερης διάκρισης, σύμφωνα με την άποψη της γράφουσας, κατά διασταλτική ερμηνεία τα ανωτέρω ισχύουν και στην περίπτωση θανάσιμου τραυματισμού του ζώου.
Ερμηνεύοντας τη βούληση του νομοθέτη, με σαφήνεια προκύπτει ότι θέλησε να διαχωρίσει τον τραυματισμό ζώου συντροφιάς σε τροχαίο ατύχημα από την κακοποίησή του, αντιλαμβανόμενος ενδεχομένως ότι πρόκειται για μια ακούσια τυχαία πράξη -εξ ου και «ατύχημα».Read More


separator

Η χορήγηση αντιγράφων από συμβολαιογράφο για τα έγγραφα που τηρεί στο αρχείο του

/ 0 Comments

Σύμφωνα με το άρθρο 13 του Κώδικα Συμβολαιογράφων (Ν. 2830/2000), ο συμβολαιογράφος έχει καθήκον να χορηγεί αντίγραφα των δημοσίων εγγράφων που συντάσσουν καθώς και των εις αυτά προσαρτημένων και αναφερόμενων εγγράφων.

Η υποχρέωση αυτή του συμβολαιογράφου, οριοθετείται από το έννομο συμφέρον του αιτούντος (ενεργητική νομιμοποίηση προς χορήγηση του εγγράφου).Έτσι, το αρ. 13 Ν.  2830/2000 ορίζει συγκεκριμένα ότι « Ο συμβολαιογράφος χορηγεί αντίγραφα των συμβολαίων ή άλλων εγγράφων που κατέχει στους δικαιοπρακτήσαντες, στους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους τους, σε κάθε τρίτο εφόσον το συμβολαιογραφικό έγγραφο καταχωρήθηκε σε δημόσια βιβλία ή δημοσιεύθηκε από αρμόδιες αρχές ή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σε κάθε άλλη περίπτωση, τρίτος, που έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να λάβει τα παραπάνω έγγραφα κατόπιν παραγγελίας του εισαγγελέα πρωτοδικών

Μετά από ερώτημα που τέθηκε από τον Συμβ/κό Σύλλογο στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), αναφορικά με τον εάν απαιτείται η άδεια της Αρχής κατά την χορήγηση αντιγράφων διαθηκών, όταν αυτές περιέχουν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, η ΑΠΔΠΧ, με την υπ’αρ. 119/2015 απόφασή της έκρινε ότι ο συμβολαιογράφος «..µπορεί να χορηγήσει αντίγραφα διαθήκης, έστω και αν, µετά την προαναφερθείσα έρευνα, κρίνει ότι περιέχουν ευαίσθητα προσωπικά δεδοµένα, χωρίς να χρειάζεται η προηγούµενη λήψη άδειας από την Αρχή.»

Στο σκεπτικό της η αρχή επισημαίνει ότι  «µε τη δημοσίευση της διαθήκης στα οικεία βιβλία του πρωτοδικείου, όπως και στο πρακτικό που προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις (άρθρα 1769, 1770 και 1771, όπως νυν ισχύουν, 1778 ΑΚ), το κείµενό της καθίσταται προσιτό στον καθένα και µε την ανάγνωση του περιεχομένου της και την καταχώρισή του στο οικείο πρακτικό (1771 ΑΚ) διενεργείται η επεξεργασία των ευαίσθητων δεδοµένων που τυχόν περιέχει χωρίς άδεια της Αρχής. Τούτο είναι συµβατό µε την διάταξη της περ. στ’ παρ. 1 του αρθ. 7Α του ν. 2472/1997 (όπως προστέθηκε µε την παρ. 4 του αρθ. 8 του ν. 2819/2000), κατά την οποία, όταν η επεξεργασία γίνεται από δικαστικές υπηρεσίες, για την εξυπηρέτηση των αναγκών της λειτουργίας τους, δεν απαιτείται η λήψη άδειας της Αρχής

Αικατερίνη Α. Βασιλοπούλου

Δικηγόρος Αθηνών

Master 2 Université Toulouse I

119_2015-apdpch


separator

Η κατάσχεση εις χείρας του ΙΚΑ ως τρίτου

/ 0 Comments

Με το άρθρο 21 του ν. 2972/2001 ορίσθηκε ότι επί κατασχέσεως εις χείρας του ΙΚΑ ως τρίτου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 95 του ν. 2362/1995 περί Δημοσίου Λογιστικού, που διέπει τις κατασχέσεις στα χέρια του Δημοσίου ως τρίτου. Ήδη το άρθρο αυτό έχει καταργηθεί και πλέον η κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου ως τρίτου (κατά συνεπεία και εις χείρας του ΙΚΑ ως τρίτου) ρυθμίζεται από το αρ. 145 Ν. 4270/2014 που αντικατέστησε το παραπάνω άρθρο 95. Σύμφωνα με αυτό, η κατάσχεση χρηματικής απαίτησης εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου, γίνεται, τηρουμένων και των λοιπών όρων και προϋποθέσεων, οι οποίες προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, με κοινοποίηση του κατασχετηρίου σωρευτικά:α. στην αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου υπηρεσία ή στην οικεία χρηματική διαχείριση β. στις αρμόδιες, για τη φορολογία εισοδήματος τόσο του καθ’ ου η κατάσχεση, όσο και του κατασχόντος, Δ.Ο.Υ. Στην περίπτωση του ΙΚΑ εξάλλου, το ίδιο το άρθρο 21 Ν. 2972/2001 ορίζει ότι το κατασχετήριο κοινοποιείται προς τη Γενική Διεύθυνση Οικονομοτεχνικών Υπηρεσιών του I.Κ.Α.

Η κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου ολοκληρώνεται μόνο από την ημερομηνία κοινοποίησης του κατασχετηρίου στην αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης Read More


separator

Η αυτοδίκαιη άρση του ασφαλιστικού μέτρου κατά το άρθρο 729 παρ. 5 ΚΠολΔ

/ 0 Comments

Σύμφωνα με το άρθρο 729 παρ. 5 εδ. 2 του ΚΠολΔ μέσα σε εξήντα ημέρες από την επίδοση της απόφασης που επιδικάζει προσωρινά απαίτηση (π.χ. διατροφή) ο υπέρ ου η προσωρινή επιδίκαση έχει υποχρέωση ασκήσεως τακτικής αγωγής για την οριστική διάγνωση της απαιτήσεως αυτής. Κατά τη ρητή δε επιταγή του άρθρου «η απόφαση παύει αυτοδικαίως να ισχύει, αν περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτή». Πιο συγκεκριμένα αίρονται οι έννομες συνέπειες της αποφάσεως που τα διατάσσει, η οποία αποδυναμώνεται από κάθε ισχύ. Ταυτόχρονα αίρονται αυτοδικαίως τα ασφαλιστικά μέτρα που ήδη τυχόν επιβλήθηκαν. Έτσι, αίρεται η υποχρέωση του καθ’ου για πράξη, παράλειψη ή ανοχή και γενικότερα για συμμόρφωση με τις ρυθμίσεις και τα μέτρα που διατάχθηκαν με την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων (ορ. Δ. Κράνη, Η μετενέργεια των ασφαλιστικών μέτρων, Αρμ 2003, σελ. 1393)

Εφόσον η προσωρινή επιδίκαση της απαίτησης γίνεται πάντοτε ενόψει της τακτικής αγωγής που θα ακολουθήσει, η τακτική αγωγή πρέπει να έχει ως αντικείμενο τις απαιτήσεις που επιδικάσθηκαν προσωρινά σε όλη την ποσοτική και χρονική έκτασή τους. Σε αντίθετη περίπτωσηRead More


separator

Η τύχη της ρύθμισης χρήσης της οικογενειακής στέγης μετά την αμετάκλητη λύση του γάμου

/ 0 Comments

Σύμφωνα με το άρθρο 1393 εδ. α΄ ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους ή/και των συμφερόντων των τέκνων, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολοκλήρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή, οικογενειακή στέγη, ανεξάρτητα από το ποιος είναι κύριος (ή νομέας ή μισθωτής) αυτού. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο, μέσα στην εξουσία του να προστατεύσει την οικογένεια σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης έχει την ευχέρεια να παραχωρήσει την αποκλειστική χρήση της οικογενειακής στέγης στον έναν από τους συζύγους. Η παραχώρηση αυτή γίνεται με βάση τις ειδικές συνθήκες του καθενός συζύγου, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκειας οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλουν κατά περίπτωση η παραχώρηση αυτή να γίνεται και προς τον σύζυγο που δεν έχει εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα στο ακίνητο, όπως επίσης να γίνεται με αντάλλαγμα ή και χωρίς αντάλλαγμα, το οποίο είναι δυνατόν να υπολογιστεί ή και να μην υπολογιστεί κατά τον καθορισμό της διατροφής που οφείλει ο υπόχρεος και κύριος της παραχωρούμενης οικογενειακής στέγης στον άλλο σύζυγο ή στα τέκνα του.Read More


separator

Φαινόμενη πληρεξουσιότητα και πληρεξουσιότητα ανοχής

/ 0 Comments

Κατά το άρθρο 211 του ΑΚ «Δήλωση βούλησης από κάποιον (αντιπρόσωπος) στο όνομα άλλου (αντιπροσωπευομένου) μέσα στα όρια της εξουσίας αντιπροσώπευσης ενεργεί αμέσως υπέρ και κατά του αντιπροσωπευομένου. Το αποτέλεσμα αυτό επέρχεται είτε η δήλωση γίνεται ρητά στο όνομα του αντιπροσωπευομένου είτε συνάγεται από τις περιστάσεις ότι έγινε στο όνομά του. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αναλόγως και όταν η δήλωση της βούλησης απευθύνεται προς τον αντιπρόσωπο» και κατά το άρθρο 216 του ίδιου Κώδικα «Η εξουσία αντιπροσώπευσης παρέχεται με σχετική δικαιοπραξία (πληρεξουσιότητα)».

Για να παρασχεθεί με πληρεξουσιότητα η εξουσία αντιπροσώπευσης από ένα πρόσωπο σε άλλο, πρέπει να υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα τους πάνω στην οποία [σχέση] στηρίζεται ο λόγος παροχής πληρεξουσιότητας. Συνήθως αυτή η σχέση είναι σύμβαση, π.χ. εντολή, σχέση εργασίας, σχέση εταιρίας, σύμβαση έργου. Αυτή λοιπόν η σχέση πάνω στην οποία στηρίζεται η παροχή πληρεξουσιότητας ονομάζεται εσωτερική σχέση. Η εγκυρότητα της πληρεξουσιότητας δεν εξαρτάται από το κύρος της εσωτερικής αυτής σχέσης [causa της πληρεξουσιότητας].

Σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και εάν ο αντιπροσωπευόμενος δεν έχει παράσχει πληρεξουσιότητα στον πληρεξούσιο, εν τούτοις η εμπιστοσύνη του τρίτου στην παροχή πληρεξουσιότητας κρίνεται άξια προστασίας. Αυτό συμβαίνει γιατί ο αντιπροσωπευόμενος με την συμπεριφορά του δημιούργησε την εύλογη εντύπωση της ύπαρξης πληρεξουσιότητας. Αυτό συμβαίνει στις περιπτώσεις της λεγόμενης πληρεξουσιότητας ανοχής και της φαινόμενης πληρεξουσιότητας (ΟΡ. ΣΧΕΤ. 554/2013 ΑΠ)Read More


separator

Η επικουρική προστασία του σήματος κατά τις διατάξεις του αθέμιτου ανταγωνισμού

/ 0 Comments

Στο δικαιούχο εμπορικού ή βιομηχανικού σήματος είναι δυνατό να παρασχεθεί έννομη προστασία συμπληρωματικά – επικουρικά και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 13 Ν. 146/1914 περί αθέμιτου ανταγωνισμού, (ΠΠΒερ 142/2007 Αρμ. 2008.1854, ΠΠΡοδ 140/2005, ΝΟΜΟΣ), εφόσον η προστασία που παρέχουν οι ειδικές περί σημάτων διατάξεις δεν επαρκεί (ΜΠΑ 12035/2014 (Ασφ), ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑθ 4549/2011, ΕΑ 103/2009, ΔΕΕ 2009.443, ΕΑ 545/1990, ΕΑ 531/1989, ΠΠΑθ 4549/2011) εφόσον πληρούνται οι ειδικότερες προϋποθέσεις αυτού. Δηλαδή, «..η προστασία αυτή παρέχεται για τη συμπλήρωση τυχόν κενών που καταλείπει η νομοθεσία περί σημάτων. Μέρος της νομολογίας, ακολουθώντας παλαιά εσφαλμένη πρακτική, εξακολουθεί να παρέχει παράλληλη (και όχι απλώς συμπληρωματική) προστασία με βάση τον Ν. 1461/114» (Ν.Ρόκας, Σήματα, Ερμηνεία του Ν. 4072/2012, Ενημέρωση με τον Ν. 4155/2013, Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ. 66). Υπέρ της επικουρικής και μόνον εφαρμογής του ν. 146/1914 τάσσονται ΕΑ 156/06, ΕπισκΕΔ 2006,524, ΜΠΚερκ 1318/02, ΙΕΔ 2004,157, ΜΠΗρακλ.169/2000, ΕΕμπΔ 2000,382=ΔΕΕ 2000,726 παρατ. Κυπρούλη 789, ΜΠΠ 3646/99, ΕΕμπΔ 2000,789, ΜΠΚερκ 1318/02, ΧρΙΔ 2002,943 με παρατηρήσεις Μαρίνου.

Πάντως η κατά το άρθρο 13 ν. 146/1914 προστασία αποκλείεται (Ν.Ρόκας, Σήματα, Ερμηνεία του Ν. 4072/2012, Ενημέρωση με τον Ν. 4155/2013, Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ. 66βλ. άρθρο 14 παρ. 1 εδ. 2 ν. 146/1914 και ΕΑ 6195/2008, ΕπισκΕΔ 2009,223, ΜΠΑ 7032/08, ΔΕΕ 2009, 689 παρατ. Αποστολόπουλου, ΜΠΑ 12504/1999, ΕΕμπΔ 1999,407)

Επομένως, οι αξιώσεις από αθέμιτο ανταγωνισμό συντρέχουν μόνον επικουρικά με τις αξιώσεις από την προσβολή εμπορικού σήματος ή σήματος φήμης και όχι σωρευτικά.

Αικατερίνη Α. Βασιλοπούλου

Δικηγόρος Αθηνών

Master 2 Université Toulouse I


separator

Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σε ασφαλιστικό οργανισμό

/ 0 Comments

Σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 40 του α.ν. 1846/1951 (Α` 179), κάθε παροχή που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από το ΙΚΑ επιστρέφεται σ’ αυτό εντόκως. Ωστόσο, η αναζήτηση από τον ασφαλιστικό οργανισμό περιοδικών ασφαλιστικών παροχών μετά την πάροδο εύλογου χρόνου από την είσπραξή τους, ο οποίος πάντοτε κρίνεται αναλόγως των συνθηκών της εκάστοτε περίπτωσης, αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοικήσεως αν οι παροχές αυτές έχουν μεν καταβληθεί αχρεωστήτως από τον ασφαλιστικό οργανισμό, ο ασφαλισμένος, όμως, τις έχει εισπράξει καλόπιστα.

Νομολογιακά έχει κριθεί ότι, η αναζήτηση των παροχών για διάστημα πέραν της πενταετίας, επιτρέπεται μόνο εφόσον κριθεί ότι αυτός που έχει εισπράξει τα αναζητούμενα ποσά τελούσε κατά την είσπραξή τους σε δόλο έναντι του οργανισμού, η κρίση δε για τη συνδρομή του δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς (Σ.τ.Ε. 3699/2015, 814/2012, 1619/2006 επταμ.,1601, 1835/2007, 154/2008, 2291/2009, 2070/2010). Ο δόλος, που αποτελεί τη νομική βάση της αναζήτησης και που πρέπει να βεβαιώνεται με πλήρως αιτιολογημένη κρίση, πρέπει να συντρέχει στο πρόσωπο του εισπράξαντος, από τον οποίο αναζητείται κατ` αρχήν η αχρεωστήτως καταβληθείσα παροχή.

Εάν, όμως, η αναζήτηση στρέφεται κατά τρίτου προσώπου διαφορετικού από τον εισπράξανταRead More


separator

Καταλογισμός (συμψηφισμός) αποδοχών υπερεργασίας, νυχτερινής εργασίας, εργασίας την Κυριακή και τις αργίες στις υπέρτερες των νομίμων αποδοχές

/ 0 Comments

Κατά τη διάταξη του άρθρου 8 παρ.4 του ν.δ. 4020/1959, είναι άκυρη κάθε συμφωνία μεταξύ εργοδότη και μισθωτού, με την οποία οι αμοιβές ή αποζημιώσεις, που οφείλονται στο δεύτερο για νόμιμη ή παράνομη υπερωρία, θα καλύπτονται εν όλω ή εν μέρει με την καταβολή αποδοχών, που είναι υψηλότερες από τις ελάχιστες νόμιμες.

Από την ίδια διάταξη εξ αντιδιαστολής συνάγεται ότι δεν απαγορεύεται η συνομολόγηση συμφωνίας καταλογισμού, στις καταβαλλόμενες, υπέρτερες των νομίμων, αποδοχές, όσων προσαυξήσεων δικαιούται ο μισθωτός για πρόσθετη απασχόλησή του λόγω υπερεργασίας (ΑΠ 1254/2013, ΑΠ 220/2007, ΑΠ 1129/2007 ΤΝΠ ΔΣΑ). Ο συμβατικός δηλαδή καταλογισμός (συμψηφισμός) της αμοιβής υπερεργασίας με τον υπέρτερο του νομίμου καταβαλλόμενο μισθό είναι επιτρεπτός. (ΑΠ 429/10, ΑΠ 1413/09)

Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.2 και 2 παρ.2 της, κατ’ εξουσιοδότηση του Ν. 28/1944, εκδοθείσας υπ’αρ. 25825/1951 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και ΕργασίαςRead More


separator